αυτοκινητιστικός υπερθαλάσσιος αισθητήρας
            
            Οι αισθητήρες υπερήχων στον αυτοκινητισμό είναι εξελιγμένες συσκευές ανίχνευσης που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στα σύγχρονα συστήματα ασφαλείας και αυτοματισμού οχημάτων. Οι αισθητήρες αυτοί εκπέμπουν υψίσυχνα ηχητικά κύματα τα οποία ανακλώνται σε αντικείμενα και επιστρέφουν στον αισθητήρα, επιτρέποντας ακριβή μέτρηση αποστάσεων και ανίχνευση εμποδίων. Λειτουργώντας με βάση την αρχή της ηχοτοποθέτησης, παρόμοια με τον τρόπο που πλοηγούνται οι νυχτερίδες, οι αισθητήρες αυτοί μπορούν να ανιχνεύσουν με ακρίβεια αντικείμενα, οχήματα ή πεζούς μέσα στη ζώνη ανίχνευσής τους. Η τεχνολογία αποτελείται από έναν πομπό που εκπέμπει υπερηχητικά κύματα και ένα δέκτη που λαμβάνει τα ανακλώμενα σήματα, υπολογίζοντας την απόσταση με βάση το χρόνο που απαιτείται για την επιστροφή του σήματος. Οι αισθητήρες τοποθετούνται στρατηγικά γύρω από το όχημα, συνήθως στους μπροστινούς και πίσω προφυλακτήρες, προκειμένου να παρέχεται ολοκληρωμένη κάλυψη για τη βοήθεια στο στάθμευση και την αποφυγή συγκρούσεων. Είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικοί σε ελιγμούς χαμηλής ταχύτητας, όπως το στάθμευση, όπου η ακρίβεια είναι κρίσιμη. Οι αισθητήρες μπορούν να ανιχνεύσουν αντικείμενα που βρίσκονται σε απόσταση μόλις λίγων εκατοστών έως αρκετών μέτρων, παρέχοντας πραγματική ανατροφοδότηση στον οδηγό μέσω οπτικών ή ηχητικών ειδοποιήσεων. Η αξιοπιστία τους σε διάφορες καιρικές συνθήκες και η δυνατότητα λειτουργίας σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού τους καθιστούν αναπόσπαστο στοιχείο των σύγχρονων συστημάτων ασφαλείας οχημάτων.